Αχαρτογράφητα νερά
Ξεκινάς για έναν προορισμό που σου είπαν ότι είναι μαγικός. Πριν κάποια χρόνια δεν βρισκόταν καν στον χάρτη σου.
Διαβάζεις οδηγούς, ρωτάς φίλους και ειδικούς, θέλεις να μάθεις όσα περισσότερα μπορείς για το τι θα συναντήσεις εκεί όπου πας.
Σχεδιάζεις το ταξίδι στο μυαλό σου. Έχεις καταγεγραμμένες τις βασικές συντεταγμένες. Δεν ξέρεις τους ανέμους και τις θάλασσες να τα υπολογίσεις, δεν έχεις ιδέα για τους νέους τόπους που θα συναντήσεις.
Φτάνεις. Και τίποτα δεν είναι ίδιο όπως στο είχαν περιγράψει. Το δικό σου ταξίδι είναι διαφορετικό. Του καθενός, μοναδικό.
Νόμιζες ότι το ταξίδι θα σε έβγαζε σε μια απάνεμη, ηλιόλουστη αμμουδιά γεμάτη φοίνικες και ευτυχία. Εσύ όμως βρίσκεσαι χίλιες λεύγες κάτω από τη θάλασσα και δεν ξέρεις αν ζεις ή αν το ονειρεύεσαι.
Δεν το έχεις ξανακάνει, κι όμως πρέπει να βρεις τον τρόπο να βγεις στο φως. Κρατάς την αναπνοή σου, φτάνεις στην επιφάνεια, παίρνεις την πιο μεγάλη ανάσα της ζωής σου και, ναι, μάλλον τα κατάφερες.
Κολυμπάς ασταμάτητα, στην αρχή άτσαλα, βεβιασμένα, μετά πιο ήρεμα, πιο συντονισμένα, μέχρις που ανακαλύπτεις τον δικό σου, ολόδικό σου ρυθμό.
Τα μάτια σου θολά από την αλμύρα. Θάλασσα και δάκρυα γιατρεύουν τις πληγές σου. Δεν ήξερες καν ότι αυτές οι πληγές ήταν εκεί για δεκαετίες.
Ναυαγός στην αρχή, και γρήγορα ταξιδευτής, μαθαίνεις πώς να φτιάχνεις από υλικά απλά, τη σχεδία σου που χωράει λίγους και εκλεκτούς. Τρία άτομα όλα κι όλα.
Ποιος κυβερνά αυτό το πλοίο; Ποιος κρατάει το τιμόνι; Ποιος Θεός σε καθοδηγεί;
Τα χρόνια περνούν και κάθε μέρα μαθαίνεις και μια διαφορετική γωνιά αυτού του τόπου που επέλεξες. Ή σε επέλεξε. Και εκεί που πια νομίζεις ότι τον ξέρεις, και παίζεις στα δάκτυλα τον χάρτη, πέφτεις και πάλι σε αχαρτογράφητα νερά.
Μόνο που τώρα ξέρεις. Αναπνέεις. Ζεις. Αφήνεσαι ανάσκελα στην άνωση και κοιτάς κατάματα τον ήλιο. Βουτάς βαθιά με τα μάτια ανοιχτά.
Νιώθεις ευγνώμων που ο προορισμός αποδείχθηκε ανώτερος του ταξιδιού.
Μητρότητα. Το δικό μου ταξίδι στον βυθό σου.
(φωτό: Ιούλιος 2020, Πόρος)